προκαλεί πίεση του νωτιαίου μυελού ή των οσφυϊκών νεύρων. Είναι συνήθως αποτέλεσμα της εκφύλισης της σπονδυλικής στήλης και γι΄αυτό εμφανίζεται στην ηλικία μετά τα 50. Οφείλεται συνήθως σε υπερτροφία ωχρών συνδέσμων, αρθρώσεων, αστάθειας, δισκοκήλης ή σε συνδυασμό όλων αυτών.

Τότε η στένωση εμφανίζει ως συμπτώματα τον πόνο στη σπονδυλική, την αδυναμία βάδισης (νευρογενής διαλείπουσα χωλότητα), το μουδιάσματα στους γλουτούς κατά τη βάδιση, «μυρμήγκιασμα» στα κάτω άκρα, ελάττωση της αισθητικότητας κ.α.

Εάν οι διαγνωστικές εξετάσεις (αξονική- μαγνητική τομογραφία)επιβεβαιώσουν στένωση του σπονδυλικού σωλήνα και καταδείξουν το μέγεθος της στένωσης, ο ασθενής μπορεί να ακολουθήσει συντηρητική αγωγή, αλλά η ακινησία αντενδείκνυται.

 

Η χειρουργική αντιμετώπιση ενδείκνυται στις περιπτώσεις σοβαρής επιδείνωσης της χωλότητας (λιγότερο από 50 μέτρα βάδιση) ή ισχιαλγίας με νευρολογική σημειολογία. Αφορά στη διεύρυνση του σπονδυλικού σωλήνα και στην αποσυμπίεση των νεύρων. Η πεταλεκτομή, αναλόγως του περιστατικού μπορεί να είναι ολική ή μερική. Εάν πρέπει να ελευθερωθούν και τα πλάγια τρήματα διενεργείται και τρηματεκτομή, ενώ σε περίπτωση συνύπαρξης μεγάλης κήλης, αφαιρείται και αυτή ταυτόχρονα.

Η επιλογή της σπονδυλοδεσίας συστήνεται από τον νευροχειρουργό, όταν ο ασθενής εμφανίζει σπονδυλολίσθηση.

Η κινητοποίηση γίνεται συνήθως αυθημερόν ή σε χρόνο 24 ωρών και ο ασθενής αποχωρεί από την κλινική μετά από δύο ημέρες, αλλά απαιτούνται 2 – 4 βδομάδες για πλήρη επιστροφή στις δραστηριότητές του.